Βαρηκοΐα-Κώφωση

barikoia

Κώφωση:

Ένα άτομο μπορεί να θεωρηθεί κωφό όταν ο μηχανισμός της ακοής δεν λειτουργεί καθόλου. Η κώφωση δεν είναι πάντα απόλυτη αλλά υπάρχουν περιπτώσεις με ελάχιστα υπολείμματα ακοής. Η κώφωση κληρονομιέται ή αποχτιέται πριν από την γέννηση (στην ενδομήτρια ζώνη) ή μετά την γέννηση.

Η κώφωση που αποχτιέται μετά την γέννηση οφείλεται: 1) στις αρρώστιες της παιδικής ηλικίας, μολυσματικές κ.τ.λ. όπως οστρακιά, τύφος ή διάφορες μορφές μηνιγγίτιδας, 2) σε βαριά τραύματα στο κεφάλι (αιμορραγία στο εσωτερικό του αυτιού, βλάβη του ακουστικού νεύρου) και 3) σε μεμονωμένες αρρώστιες του αυτιού, όπως η πιο επικίνδυνη η φλεγμονή του μέσου αυτιού.

Το χρονικό σημείο της έναρξης της κώφωσης και ο βαθμός της έχουν μεγάλη σχέση με την εμφάνιση και το βαθμό της αλαλίας που μπορεί να εμφανιστεί αλλά και τον θεραπευτικό χειρισμό της. Η αλαλία είναι το επακόλουθο της κώφωσης χωρίς να είναι οργανικά εξαρτημένη γιατί τα όργανα τα γλωσσικά είναι φυσιολογικά. Η ακοή είναι η πιο σπουδαία προϋπόθεση για την ανάπτυξη της γλώσσας και παράπλευρα η οπτική-κινητική και η απτική-κιναισθητική αντίληψη παίζουν ένα σημαντικό βοηθητικό ρόλο. Στο κωφό παιδί λείπει ο πρώτος και κύριος δρόμος και μένουν οι άλλοι δύο βοηθητικοί.

Όσο και αν είναι τέλεια κωφό το παιδί, η καταβολή της γλώσσας, η ορμή για ομιλία δεν έχει πεθάνει. Εμφανίζεται και σε αυτό, το ενστικτώδες στάδιο του ξεφωνητού και του ψελλισμού που είναι αρκετά φτωχοί. Στα τέλεια κωφά γεννημένα παιδιά δεν εμφανίζεται ο αυθόρμητος λόγος, μένουν άλαλα ως την στιγμή που θα μάθουν την γλώσσα από άλλους δρόμους (τον οπτικό-κινητικό και απτικό-κιναισθητικό) και με την ειδική διδασκαλία. Όταν αρχίζει το στάδιο του ψελλισμού, τότε αρχίζει και η μεγάλη παρέκκλιση της γλωσσικής εξέλιξης του παιδιού. Με τις πρώτες δοκιμές αρχίζει η αποτυχία γιατί λείπει ο ακουστικός έλεγχος, σταματάει η αυτομίμηση, σπάει η χαρά για ομιλία, σταματάει η άσκηση των γλωσσικών οργάνων και το παιδί μένει άλαλο.

Παράλληλα δημιουργείται μία ιδιόρρυθμη ψυχική κατάσταση στο παιδί αλλά ωστόσο η ορμή του ενστίκτου του και της ανάγκης του να εκφραστεί είναι μεγάλη. Μέσα του ξυπνούν προγλωσσικές μορφές έκφρασης, η χειρονομία και η μιμητική. Η γλώσσα των χειρονομιών όσο και αν είναι φυσική και απαντάται μόνο στον άνθρωπο είναι υποτυπώδης με αποτέλεσμα να αρχίζει η ασυνεννοησία με το περιβάλλον και οι απογοητεύσεις.

Όσο αργότερα παρουσιάσει κώφωση το παιδί, τόσο υπάρχουν πιθανότητες να κρατήσει περισσότερα στοιχεία από τις μνημονικές ακουστικοκινητικές παραστάσεις που είχε κερδίσει πριν με την ακοή. Έχει αποδειχθεί πως τα παιδιά που κωφαίνονται μέχρι 7-8 χρονών χάνουν κατά κανόνα σιγά-σιγά την γλώσσα τους, εάν δεν αρχίσουν αμέσως ειδική γλωσσική αγωγή. Από την ηλικία αυτή και πέρα μπορεί να μην χάσουν την γλώσσα, θα παρουσιάσουν ωστόσο την γνωστή παρέκκλιση στην αναπνοή, στην φωνή, στον σχηματισμό των φθόγγων και στον τονισμό, όχι όμως στον βαθμό που παρουσιάζεται στους μικρότερους κωφάλαλους και προπαντός στους γεννημένους κωφούς.

Βαρηκοΐα:

Το επακόλουθο της βαρηκοΐας στην παιδική ηλικία είναι πάντα μία διαταραχή της γλωσσικής εξέλιξης. Η διαταραχή αυτή είναι ανάλογη προς τον βαθμό της βαρηκοΐας. Συνηθισμένες αιτίες της βαρηκοΐας, της ελάττωσης δηλαδή της οξύτητας της ακοής, είναι οι ωτίτιδες της παιδικής ηλικίας (φλεγμονές του μέσου αυτιού), η οτωσκλήρωση κ.τ.λ. καθώς επίσης και παθήσεις του εσωτερικού αυτιού ύστερα από μηνιγγίτιδα ή τύφο και άλλες βαριές παιδικές αρρώστιες.

Τα βαρήκοα παιδιά συχνά μιλάνε με σιγανή φωνή γιατί αντιλαμβάνονται μειωμένη την ένταση των φθόγγων της ομιλίας των άλλων. Πολλές φορές πάλι, στην προσπάθεια να ακούσουν τον εαυτό τους πολλαπλασιάζουν την ένταση της φωνής τους. Αυτό γίνεται και από τις απαιτήσεις του περιβάλλοντος να προφέρουν πιο καθαρά. Έτσι πολλά από αυτά τα παιδιά υποφέρουν από βραχνάδα γιατί στις φωνητικές τους χορδές σχηματίζονται κάλοι. Από τον λόγο των βαρήκοων παιδιών λείπει εκείνη η πλούσια ποικιλία των εναλλαγών του τόνου και της μουσικότητας που έχει ο λόγος στα άτομα με φυσιολογική ακοή.

Από τους φθόγγους προφέρονται παραμορφωμένα τα σύμφωνα. Πολλά από αυτά σχηματίζονται εσφαλμένα ή δεν προφέρονται καθόλου. Γενικά, το βαρήκοο παιδί μιλάει τους φθόγγους τόσο παραλλαγμένα, όσο παραλλαγμένα τους ακούει.
Τα βαρήκοα παιδιά δίνουν ακόμα την εικόνα καθυστερημένων παιδιών, ενώ αντίθετα μπορεί να είναι πολύ έξυπνα. Έχουν μεγάλη διάσπαση προσοχής, είναι ανήσυχα, ευερέθιστα, επιθετικά, αντικοινωνικά. Ένα συναίσθημα μειονεκτικότητας πλακώνει την ψυχή τους, απωθούν τον λόγο και συχνά νομίζουν ότι οι άλλοι μιλούν σιγά και τα κοροϊδεύουν.

Για την θεραπεία της βαρηκοΐας η Ιατρική στηρίζει τις ελπίδες της επάνω σε χειρουργικά και ραδιολογικά μέτρα. Με την λογοθεραπεία δεν επηρεάζεται φυσικά η ακουστική οξύτητα, αλλά ανεβαίνει η γλωσσική κατανόηση και διορθώνονται οι διαταραχές της ομιλίας. Προϋπόθεση της γλωσσικής διδασκαλίας είναι η ψυχική λύτρωση του βαρήκοου παιδιού.

Πηγή:
Καλαντζής Γ. Κώστας (2011). Διαταραχές του λόγου στην παιδική ηλικία: Φωνή-Ομιλία-Ανάγνωση-Γραφή. Αθήνα: Παπαζήση

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση μέρους ή όλης της σελίδας (φωτογραφίες, κείμενα, δημιουργικα στοιχεία κλπ) χωρίς τη γραπτή άδεια
της ιδιοκτήτριας του δικτυακού τόπου logotherapist.com.gr.
Copyright © ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΔΟΥΛΟΥ 2014

Ανάπτυξη ιστοσελίδας, LIMEFRAME